17 Οκτωβρίου 2016

Θοδωρής Ξενάκης ή Μαυροθοδωρής

Η πολεμική ελεγεία της ζωής του φοβερού Τουρκομάχου Θοδωρή Ξενάκη ή Μαυροθοδωρή.
Ακόμη δεν ευρέθηκε στην Κρήτη παλληκάρι,
ωσάν τον Μαυροθοδωρή στην δύναμη και χάρη.
είχε μαζί του κι’ έπερνε πεντέξε παληκάρια,
πούσαν από τον Μπρόσνερο αμέρωτα λιοντάρια,
τον ξάδελφό του Θοδωρή, τον Κώστα τον Ξενάκη,
τον Γιάνναρη τον Μάστορα, Στρατή τον Χαλκιαδάκη.
Ο Ξενοθοδωρής ή Μαύρος (Μαυράκης) Θεόδωρος ή Μαυροθοδωρής (επειδή ήταν μελαχροινός) ή Ξενάκης Θεόδωρος ή Θόδωρος ο Μπροσνερίτης, γεννήθηκε το 1795 και μεγάλωσε στον Εμπρόσνερο Αποκορώνου Χανίων Κρήτης. Η οικογένεια τού παππού του, Θεοδώρου Ξενάκη, κατάγεται από την οικογένεια των Πατακών της Ίμπρου Σφακίων, που έχουν κλάδο της ρίζας των στην αρχαιοτάτη βυζαντινή οικογένεια των Σκορδύλιδων.

Επίσης είναι κλάδος της οικογένειας των εξ Ασκύφου Μαυροπάτερων ή Πρωτοπαπαδάκηδων, οι οποίοι Μαυροπάτεροι είναι κλάδος της οικογένειας των Μωριανών ή Μώρων και Μώριδων της περιοχής Ασκύφου, που επίσης έχουν κλάδο της ρίζας των στους Σκορδύλιδες, με τους οποίους Μαυροπάτερους, ιδίως τον Μανουσάκη (εγγονό του Ανδρουλιού Μωράκη), ο Ξενοθοδωρής είχε και στενή επαναστατική συνεργασία. Ο παππούς του Ξενοθοδωρή είναι κτηνοτρόφος και έλαβε μέρος στην επανάσταση του Δασκαλογιάννη, με τους Νιμπριώτες Σφακιανούς του Μανούσακα (Μανούσος Πατακός). Μετά το 1770 και την καταστολή της επανάστασης Δασκαλογιάννη, η οικογένεια του Θοδωρή Ξενάκη, παππού του Μαυροθοδωρή, φεύγει από την Ίμβρο και εγκαθίσταται μόνιμα στον Εμπρόσνερο Αποκορώνου. Η οικογένεια έμενε εκεί τον χειμώνα και είχε τις χειμερινές εγκαταστάσεις της κτηνοτροφίας της στην Κράπη. Ο Μανώλης Ξενάκης, πατέρας του Μαυροθοδωρή, είναι Χαϊνης στην εποχή του και έχει επτά αδελφούς και τρεις αδελφές .

Ο Μανόλης Ξενάκης είχε ακολουθήσει τον Χατζή Οσμάν Πασά το 1812 που είχε φθάσει από την Κων/πολη κατόπιν διαταγής της πύλης, να επιβληθεί στους άγριους Γενίτσαρους και Εσπέχηδες της Κρήτης. Οι τελευταίοι είχαν τόσο πολύ αποθρασυνθεί μετά την καταστροφή των Σφακίων από τον Τουρκικό στρατό, στην επανάσταση του Δασκαλογιάννη, που όχι μόνο εδυνάστευαν αφάνταστα τους Χριστιανούς, αλλά αψηφούσαν και τον ίδιο τον Πασά των Χανίων και έφτασαν ακόμη να απειλήσουν και την ζωή του.
Εδώ πρέπει να σταθούμε και να δούμε τα πράγματα με άλλο μάτι. Η περιρρέουσα κατάσταση από την εν γένει δράσει των Γενίτσαρων ήταν η εξής.
Ενώ Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί Κρήτες ήσαν Οθωμανοί υπήκοοι, ορισμένα κακοποιία στοιχεία Μουσουλμάνων Αγάδων, Μπέηδων και Γενιτσάρων, εκακοποιούσαν και εσκότωναν τους Χριστιανούς, μερικές φορές εκακοποιούσαν και φτωχούς Μουσουλμάνους, χωρίς να δίνουν σε κανένα λογαριασμό. Αυτή την αδικία είχε έλθει από την Κωσταντινούπολη, με διαταγή του Σουλτάνου, να εξαλείψει ο Οσμάν Πασάς, γι αυτό τον είχε ακολουθήσει ο πατέρας του Ξενοθοδωρή και πολλοί άλλοι Χριστιανοί. Η πραγματική όμως αιτία της αποστολής του Οσμάν Πασά στην Κρήτη ήταν να δώσει ένα γερό μάθημα στα κακοποιία αυτά στοιχεία του Γενιτσαρισμού, που απειλούσαν και αυτόν τον ίδιο τον Σουλτάνο.
Ο Μανόλης Ξενάκης παντρεύτηκε την κόρη του Γιώργη Γιάνναρη. Έτσι ο γιός τού Μανόλη Ξενάκη, Μαυροθοδωρής ή Ξενοθοδωρής, έχει συγγένεια και με κλάδο της οικογένειας των > Γιαννάρηδων Εμπροσνέρου, ανδρών γιγαντόσωμων για την εποχή των, σε αντίθεση με τους Μαυροπάτερους, που ήσαν μικρόσωμοι. Ο Μαυροθοδωρής έχει τριάντα πρώτα ξαδέλφια στον Εμπρόσνερο, που μπορούσαν να φέρουν όπλα και από μικρός μπήκε στον αγώνα της αντίστασης εναντίων των Τούρκων Αγάδων και Γενιτσάρων. Δεν γνωρίζει γράμματα, είναι μελαχρινός στην όψη, γιγαντόσωμος, γύρω στο ένα και ενενήντα πέντε, μυώδης και ακατανίκητος. Έχει χαρακτήρα ακέραιο, μεγάλη αντίληψη, πνευματική διαύγεια και ευστροφία. Σε όλη του την ζωή, μέχρι που πέθανε από φυσικό θάνατο το 1876, αγωνιζόταν πολεμώντας τον Τούρκο στην ξηρά και στην θάλασσα, σε όλη την Κρήτη και τον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο.
Το λημέρι του βρισκόταν σε σπήλαιο στην πεδιάδα της Κράπης, μεταξύ Εμπρόσνερου και Ασκύφου, κυρίως όμως στην νήσο Γραμβούσα. Στην θάλασσα πολέμησε σαν πλήρωμα, Σφακιανών καραβιών, κυρίως με την Σκαμπαβία του καπετάν Μανούσου Πρωτοπαπαδάκη (Μαυροπάτερου) ή Μανουσάκη, με ορμητήριο την νήσο Γραμβούσα. Αγωνίστηκε με τον ελληνικό στόλο στο πλευρό του Μιαούλη και του Εμμ. Τομπάζη, εναντίον του τούρκικου στόλου και μεμονωμένα εναντίον πολεμικών τούρκικων καραβιών, αλλά και εμπορικών τούρκικων καραβιών σαν κουρσάρος. Εκτός Κρήτης έλαβε μέρος σε μάχες γύρω από το Ναύπλιο και το Μεσολόγγι.
Το σπαθί του, λάφυρο του παππού του από την επανάσταση του 1770, σώζεται μέχρι σήμερα στο πολεμικό Μουσείο Κρήτης και έχει συνολικό μήκος ογδόντα τέσσερα εκατοστά και πάνω του είναι χαραγμένα διάφορα αραβουργήματα και η τούρκικη χρονολογία 1179 ( 1766-χριστιανική).
Στον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδας, πολέμησε σαν οπλαρχηγός, αλλά και σαν απλός στρατιώτης. Έλαβε μέρος σε πολλές μάχες και πληγώθηκε πολλές φορές. Στην μάχη της Μαλάξας Χανίων έλαβε τρία τραύματα, στο Μαλεβίζι Ηρακλείου δύο, στο Φραγκοκάστελο ένα, στην μάχη των Αρμενοκάμπων Ρεθύμνου δύο, στο Καρύδι Αποκορώνου ένα. Επίσης αγωνίσθηκε με γενναιότητα και διακρίθηκε στην μάχη Νεροκούρου Χανίων, στον Βαφέ και στο Πρόβαρμα Αποκορώνου.
Ο Ιστορικός Ψιλάκης  τον αποκαλεί πολυτραυματία και ανεβάζει συνολικά τα τραύματά του σε δώδεκα.
Ο Μαυροθοδωρής είναι διάσημος σκοπευτής και έλαβε μέρος στις επαναστάσεις του 1821, 1833, 1841 και 1858 ,εκτός της περιόδου 1831-1833 που βρισκόταν εκτός Κρήτης.
Γύρω στο 1832 παντρεύεται την Ελένη, και κάνει μία κόρη την Μανίνα (Εμμανουέλα) και έξη γιούς. Τον Στέλιο , τον Γιώργο , τον Μανόλη , τον Γιάννη, τον Κώστα και τον Στράτο, δίδοντας έτσι τα ονόματα του πατέρα του και των συντρόφων του. Στην επανάσταση του 1866, πήρε μέρος σαν οπλαρχηγός του Εμπροσνέρου, έχοντας μαζί του και τους έξη γιούς του. Ο μεγαλύτερος γιός του ο Στέλιος, διετέλεσε οπλαρχηγός του Εμπροσνέρου μέχρι το έτος 1878. Στην επανάσταση του 1878, στην μάχη του Σχοινέ Κυδωνίας, σκοτώθηκε ο γιός του Γιώργος.
Ο Μαυροθοδωρής πολέμησε σαν απλός στρατιώτης και σαν οπλαρχηγός των στρατηγών Μανουσογιαννάκη, Δεληγιανάκη, του γέρο Κωσταρού, καθώς και των Χ. Ζυμβρακάκη, Κριτοβουλίδη κ. α. Ο γενικός αρχηγός του τμήματος Χανίων, Ιωάννης Ζυμβρακάκης, είχε πάντοτε δίπλα του το 1866, τον παλαίμαχο αγωνιστή Ξενοθοδωρή και πάντοτε ανέφερε τους αγώνες και τον πατριωτισμό του.
Η λα’ι’κή μούσα της επoχής τον αποθανάτησε:
Ακόμη δεν ευρέθηκε στην Κρήτη παλληκάρι,
ωσάν τον Μαυροθοδωρή στην δύναμη και χάρη.
είχε μαζί του κι’ έπερνε πεντέξε παληκάρια,
πούσαν από τον Μπρόσνερο αμέρωτα λιοντάρια,
τον ξάδελφό του Θοδωρή, τον Κώστα τον Ξενάκη,
τον Γιάνναρη τον Μάστορα, Στρατή τον Χαλκιαδάκη.
Ο πρωτοξάδελφος, ισάξιος και συνώνυμός του Θοδωρής Ξενάκης, γιός του Αντώνη Ξενάκη, που ήσαν αχώριστοι και γι αυτό ο Κριτοβουλίδης τους αναφέρει και τους δύο μαζί με το όνομα >, πέθανε από τραύμα το 1836. Πρωτοπαλίκαρα είχε επίσης τους πρωτοξάδελφους, Κώστα Ξενάκη και Γιώργη Γιάνναρη .
Ο Μαυροθοδωρής, με τον ξάδελφό του Θοδωρή Ξενάκη, βγήκαν στο βουνό ακολουθώντας τον πατέρα του Μανόλη Ξενάκη το 1814, μπαίνοντας στο κλέφτικο σώμα του Μανούσου Μαυροπάτερου ή Πρωτοπαπαδάκη ή Μανούσου Εμμ. Αναγνωστάκη ή Μανουσάκη από το Ασκύφου Σφακίων. Αιτία είναι ο Αρχιγενίτσαρος του Εμπροσνέρου Αληδάκης.
[[ Στο ιστορικό αφήγημα του Νίκου Αγγελή > Αναφέρεται ότι ο πατέρας του Αληδάκη, Ιμπραϊμ Αληδάκης, απόγονος Ενετού εξωμότη έμενε στον πατρικό του πύργο στο χωριό Εμπρός Νερό, που κρατούσε τη βορινή πύλη των Σφακίων. Ήταν ο μεγαλύτερος κτηνοτρόφος της Κρήτης και είχε είκοσι τέσσερα μητάτα από την Καλλικρατιανή Ροδαρέ, μέχρι τα βουνά που βρίσκονται πάνω από την Σούδα (Μαλάξα). Στον πύργο του μετέφεραν τον Δασκαλογιάννη οι Τούρκοι το 1770 πριν την μεταφορά του στο Ηράκλειο και στον πύργο του συνέλαβαν και τους υπόλοιπους Σφακιανούς οπλαρχηγούς της επανάστασης του 1770. Ενώ τρία χρόνια αργότερα (1774), ο Νιμπριώτης Μανούσακας (Μανούσος Πατακός, άντρας πελώριος και στην όψη φοβερός όπως λένε οι ιστορικοί ), συγκέντρωσε τους Σφακιανούς στ’Ασκύφου και ο πύργος πατήθηκε με μια τρομερή έφοδο. Ο Αληδάκης σκοτώθηκε και τα υπάρχοντά του ανέβηκαν στα Σφακιά. Επίσης στην θάλασσα οι Σφακιανοί τα χρόνια αυτά συνεργάζονταν στενά με κουρσάρους. Στα λιμάνια τους έπιαναν κάθε βράδυ τα κουρσάρικα. Στο νησί Γαύδο είχαν κτίσει μεγάλους φούρνους κι έψηναν παξιμάδι για τα πληρώματα. Ήταν ίσως και ίδιοι κουρσάροι. Και το να είσαι κουρσάρος την εποχή εκείνη ήταν μεγάλη τιμή. Και καταλήγει ο Αγγελής στο αφήγημά του. Το λόγο πήραν, αργότερα οι > της Μεσσαράς, οι αντάρτες του Αποκόρωνα, Λόγιος, Ξενοθοδωρής, Τσουδερογιακουμής… Το πνέυμα του Δάσκαλου έβαλε φωτιά στο νησί και τόκαιγε ένα αιώνα και πάνω, ώσπου ήρθε η λευτεριά και σταμάτησε ο θάνατος]].
Κατά τα τέλη του 1813 ο Αληδάκης, γιος του Ιμπραϊμ Αληδάκη, αγγάρεψε τους Χριστιανούς της περιοχής, να μεταφέρουν ξύλα από τα βουνά στον πύργο του, που σήμερα σώζεται ερειπωμένος. Στην διάρκεια της μεταφοράς των ξύλων, ο Αληδάκης χτύπησε τον γέρο Ξενάκη, παππού του Μαυροθοδωρή, ενώ μέσα στην αγγαρεία βρισκόταν και ο γιος του γέρου Μανόλης και ο εγγονός Θοδωρής. Αυτό εξόργισε τον Μανόλη, που γυρίζοντας από την αγγαρεία στο σπίτι του, οπλίστηκε και τράβηξε να βρεί τον Γενίτσαρο, τον πρόφταξε έξω από το μεγάλο κονάκι του και χωρίς πολλά λόγια τον πυροβολεί. Ο Αληδάκης απλώς τραυματίστηκε, η σφαίρα πέρασε από το στήθος και την ωμοπλάτη, αλλά ο Γενίτσαρος επέζησε και ο Μαυροθοδωρής σε ηλικία περίπου δέκα εννέα ετών, με τον πρωτοξάδελφό του και συνώνυμο επίσης Θοδωρή Ξενάκη, βρέθηκε στο κλέφτικο σώμα του Σφακιανού Μανουσάκη.
Το έτος 1814, ο Μανόλης Ξενάκης και οι δύο Θοδωρήδες, διέπρεψαν σαν χαϊνηδες εναντίων των Τουρκογενιτσάρων στην αρχή με το κλέφτικο σώμα του Μανουσάκη και αργότερα με δικό τους σώμα.
Την Μεγάλην Πέμπτην 7-ην Απριλίου 1821 οι πρόκριτοι και προεστοί των Σφακίων, μαζί με τους χριστιανούς άλλων περιοχών, απεφάσησαν ότι η επανάσταση στην Κρήτη ήταν αναγκαία. Μεταξύ των παρευρεθέντων από τα Σφακιά ήσαν, από Ασκύφου και τον οίκο των Μαυροπάτερων ή Μώρων οι αδελφοί, Αναγν. Πρωτοπαπαδάκης ή Παπαδάκης, ο Πωλιός Πρωτοπαπαδάκης και ο Μανούσος Πρωτοπαπαδάκης (Μαυροπάτερος) ή Μανουσάκης και ο πρωτοξάδελφος αυτών Πρωτόπαπας Σφακίων Γεώργιος. Καθώς και από την Ίμβρο, ο Κωστόπουλος, ο Αναγνώστης Μανουσογιαννάκης και από τον Μπρόσνερο ο γέρο Γιώργης Γιάνναρης και ο Ξενοθοδωρής ή Μπροσνερίτης και άλλοι.
Μετά από την ανωτέρω συνέλευση στα Γλυκά Νερά και στο Λουτρό Σφακίων, ωρίσθηκε η επαναστατική επιτροπή την 21-ην Μαϊου, αποτελούμενη από έξη άνδρες: τον Πρωτόπαπα Σφακίων Γεώργιο, τον Χατζή Ιωάννου Πολιουδάκη, τον Ιωσήφ Παπαδάκη, τον Βουρδουμπάν, τον Ανδρ. Κριαράν και τον Αναγν. Ψαρουδάκη. Η επιτροπή ονομάσθηκε Καγκελαρία (Γραμματεία).
Η συνάντηση αυτή είχε οργανωθεί από τους Φιλικούς. Ο Μαυροθοδωρής είχε ήδη μυηθεί στα της Φιλικής Εταιρείας στο Ηράκλειο, από τον Νιμπριώτη Αναγνώστη Μανουσογιαννάκη που είχε τον βαθμό του Αιδεσίμου Ιερέως της Φιλικής Εταιρείας και έργο του ήταν η μύηση νέων μελών στην Φιλική Εταιρεία. Ο Ξενοθοδωρής ακολουθούσε πάντα τις οδηγίες των Φιλικών. Περισσότερο όμως ο Ξενοθοδωρής ακολουθούσε τις αποφάσεις των Σφακιανών σωμάτων.
Στις 29 Μαΐου 1821 ημέρα Κυριακή, έχουν μαζευτεί στην μικρή Μονή της Παναγιάς της Θυμιανής, πάνω από 1500 αγωνιστές για την κήρυξη της επανάστασης και την ανακήρυξη των αρχηγών των επαρχιών και των Καπεταναίων που θα αποτελούσαν τον ηρωικό πυρήνα του μεγάλου αγώνα που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ζωή των Κρητών. Καπετάνιοι από τον Εμπρόσνερο είναι ο Ξενοθοδωρής και ο γέρο Γιώργης Γ ιάνναρης.
Στην Παναγιά την Θυμιανή, ορίσθηκαν τρεις περιοχές δράσης των αρχηγών και απεφασίσθη, οι οπλαρχηγοί Κωστόπουλος, από την οικογένεια των Πατακών ως αρχηγός των Νιπριωτών, ο συγγενής του Αναγνώστης Μανουσογιαννάκης (εγγονός του Μανούσου Πατακού που ανέλαβε την αρχηγία των Νιμπριωτών μετά τον θάνατο του Κωστόπουλου στις 15 Ιουλίου 1821), ο Αναγν. Πρωτοπαπαδάκης (Μαυροπάτερος εγγονός του Ανδρουλιού Μωράκη ως ανώτατος στρατηγός πεντακοσίαρχος) και ο αδελφός του Μανούσος Μαυροπάτερος (Μανουσάκης) με τούς Ασκυφιώτες, να ενωθούν με τους Αποκορωνιώτες οπλαρχηγούς Ι. Τσακίρη από τον Κεφαλά, Γ. Βελεζίνη από τον Αλίκαμπο και τον γέρο Γιώργη Γιάνναρη και Ξενοθοδωρή από τον Εμπρόσνερο και να συμπεριληφθούν στο τρίτο τμήμα όπου θα επετίθετο,στον πύργο του Γενίτσαρου Αληδάκη και τους Αποκορωνιώτες Τούρκους.
Στις 13 Ιουνίου 1821, ο Μαυροθοδωρής τράβηξε προς το Ρέθυμνο με τους Ρεθεμνιώτες αρχηγούς και στον δρόμο μαθαίνουν πως ο Ισμαήλ Αγάς Κουντούρης ο Μπαϊρακαγασής βρίσκονταν στην Καλή Συκιά με εξακόσιους άνδρες, κατόπιν διαταγής του Μεχμέτ Πασά του Ρεθύμνου. Στην μάχη που έγινε με τους Τούρκους στις 18 Ιουνίου 1821 παρά την Καλή Συκιά της επαρχίας του Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου φονεύεται ο πατέρας του Μαυροθοδωρή Μανόλης, ενώ στην ίδια μάχη ο Θοδωρής σκοτώνει δύο Τούρκους. Στην μάχη αυτή φονεύεται και ο Ισμαήλ Αγάς Κουντούρης. Ήταν οι πρώτες μάχες μετά την κήρυξη της επανάστασης στην Παναγιά την Θυμιανή.
Το δεύτερο έτος της επανάστασης κύλησε με μάχες μεταξύ των Μουσουλμάνων και Χριστιανών Κρητών, αλλά και μεταξύ Χριστιανών και Τουρκικού στρατού. Την 20-ην Ιουλίου 1822, στην Μαλάξα φονεύεται ο Αναγν. Πρωτοπαπαδάκης. Στην θέση του διορίσθηκε ο γιός του Εμμ. Πρωτοπαπαδάκης που και αυτός ύστερα από μερικές μέρες φονεύεται στην Κίσσαμο.
Στις 19 Νοεμβρίου 1823, ο Υδραίος Ναύαρχος Εμμ. Τομπάζης ζήτησε από τους Κρητικούς την κατάληψη της νήσου Γραμβούσας, για να χρησιμοποιηθεί ως προπύργιο της Κρητικής επανάστασης, Διάλεξαν πεντακόσια παλικάρια και από αυτά εκατό πενήντα είχαν ορισθεί για το πρώτο ανέβασμα στο φρούριο της Γραμβούσας, με σκοπό να ανοίξουν την πόρτα. Ανάμεσά τους και ο Ξενοθοδωρής. Στις 11 Δεκεμβρίου 1823 με βάρκες την νύκτα τράβηξαν για την Γραμβούσα, ανέβηκαν στο Φρούριο, σκότωσαν τον σκοπό αλλά έγιναν αντιληπτοί από την φρουρά και άρχισε σκληρή μάχη που κράτησε όλη την νύκτα μέχρι το πρωί. Η προσπάθεια των Κρητικών να ανοίξουν την πόρτα του Φρουρίου απέτυχε. Από τους εκατό πενήντα γλίτωσαν εξήντα και ανάμεσά τους τραυματισμένος ο Μαυροθοδωρής. Από τους Τούρκους σκοτώθηκαν είκοσι πέντε.
[[ Το ακρωτήρι στη βορειοδυτική άκρη του νησιού της Κρήτης, ονομάζεται Γραμβούσα και δηλώνει σαν τοπονύμιο εκτός από το ακρωτήρι και τα δύο απέναντί του νησάκια, από τα οποία το μεν βορινό ονομάστηκε άγρια Γραμβούσα το δε δυτικό ήμερη Γραμβούσα ή απλώς Γραμβούσα. Η Γραμβούσα έγραψε ένα πολύ σημαντικό ρόλο στην Ιστορία της Κρήτης, εξ αιτίας του ασφαλούς αγκυροβολίου που της πρόσφεραν τα ψηλά και απόκρυμνα βράχια της βορειοδυτικής πλευράς της, στα πλοία που πρωτοπλησίαζαν την Κρήτη, ζητώντας καταφύγιο από τα μπουρίνια και τις άγριες θάλασσες. Επί πλέον είχε το πλεονέκτημα να παρέχει προμήθειες νερού. Το 1579 ο Σοφιανός Ευδαιμογιάννης, Μονεβασιώτης στρατιωτικός στην υπηρεσία της Βενετίας, προώθησε την ιδέα να οχυρωθεί το νησί της ήμερης Γραμβούσας. Η Δημοκρατία της Βενετίας οχύρωσε το νησί και το κάστρο της Γραμβούσας έγινε από τα ισχυρότερα της Μεσογείου. Το 1692 ο Ναπολιτάνος καπετάν Λουκά Ντελλά Τζόκα, ηγήθηκε στάσης, συνέλαβε το διοικητή της φρουράς του κάστρου και την επομένη το παρέδωσε στους Τούρκους. Ο πραξικοπηματίας αυτός, έζησε την υπόλοιπη ζωή του στην Κων/πολη. Οι Τούρκοι επάνδρωσαν αμέσως το Κάστρο, από φανατικούς Κρήτες Γενιτσάρους. Τη νύχτα 1-ης προς 2-ας Αυγούστου του 1825, ομάδα Κρητών επαναστατών γνωρίζοντας ότι απουσίαζε η φρουρά του Κάστρου, φορούν επτά φορεσιές Τούρκων στρατιωτικών και πάνε σαν φρουρά του Κάστρου. Με το απλό αυτό σχέδιο κατελήφθη το Κάστρο, ένα Κάστρο απόρθητο και δυνατό όσο το Κάστρο της Μονεμβασιάς. Το γεγονός της κατάληψης, μαθεύτηκε γρήγορα και γιορτάστηκε σ’ όλη την Κρήτη, που ξαναζωντάνεψε την ελπίδα για την συνέχιση του αγώνα και στην υπόλοιπη αγωνιζόμενη Ελλάδα. Παρά τις δυσκολίες, το φρούριο της Γραμβούσας οργανώθηκε και ενισχύθηκε, ενώ από όλα τα μέρη άρχισαν να συρρέουν εκπατρισθέντες ή φυγόδικοι επαναστάτες. Έτσι σύντομα η Γραμβούσα γίνεται γνωστή στο χώρο των παρανόμων, σαν ένα καλό πόστο πειρατικών συναλλαγών, απόμακρο από τον νόμο. Μέχρι τον Σεπτέμβρη του 1827, ανθεί η παρανομία στην ακτή της Γραμβούσας. Έως ότου το Νοέμβρη του 1830, η Ελληνική φρουρά παραδίδει το Κάστρο στην δύναμη των τριών μεγάλων δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας. Στη συνέχεια η Αγγλία και η Γαλλία, παραδίδει το Κάστρο στη Ρωσία, ώσπου τελικά η Ρωσία το παραδίδει στον αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή. Ο τελευταίος με τη σειρά του στις 21 Ιανουαρίου 1832 το παραδίδει στους Τούρκους, για να επανέλθει εν τέλει στους Έλληνες, με την απελευθέρωση της Κρήτης ]].
Το 1824 μετά από προδοσία του Αναγν. Μαστροσηφάκη, όργανο του Μουσταφά Πασά, συνελήφθη ο Πωλιός Πρωτοπαπαδάκης, αδελφός του Μανουσάκη, και ο Πρωτόπαπας Σφακίων Γεώργιος, πρωτοξάδελφος του Μανουσάκη, από τον Μουσταφά Πασά. Ο Πωλιός έμεινε φυλακισμένος επί μίαν τετραετία μέχρι το 1827, έτους πλήρους καταπαύσεως της επανάστασης του 1821, ενώ ο Πρωτόπαπας εδραπέτευσε το 1826. Τον Μαστροσηφάκη εφόνευσεν αργότερα πλησίον του Ασκύφου ο Μανουσάκης, όταν ο Μαστροσηφάκης εστάλη από τον Μουσταφά Πασά στα Σφακιά, γιά να πείσει τους Χριστιανούς στην παράδοση της Γραμβούσας στους Τούρκους.
Τον Δεκέμβριο του 1824 ήρθε στον Εμπρόσνερο μία ομάδα άτακτων Αλβανοαιγυπτίων και άρχισαν να καταστρέφουν τα σπίτια των Χριστιανών, τραγουδώντας και πυροβολώντας. Οι Ξενάκηδες βρισκόντουσαν στο λημέρι τους, στην κοντινή Κράπη και όταν άκουσαν τους πυροβολισμούς έτρεξαν στο χωριό, αλλά οι Αλβανοαιγύπτιοι είχαν φύγει. Τους πρόφτασαν όμως στην θέση Μπούτακας, σκότωσαν τον Μπουλούμπαση (αρχηγό τους) και άλλους δύο.
Σε αντίποινα στις 20 Ιανουαρίου 1825, στην γιορτή της μικρής εκκλησίας του Εμπροσνέρου, Αγ. Ευθύμιος , ο Γενίτσαρος του χωριού Τζιτζιφέ Αποκορώνου, Ομέρ, μαζί άλλους με Μουσουλμάνους του χωριού του, επιτέθηκε ξαφνικά στους ανύποπτους Χριστιανούς που βρίσκονταν στην εκκλησία και σκότωσε επτά άτομα μεταξύ των οποίων δύο Κλάπηδες (τεχνίτες κατασκευής ξύλινων ή πέτρινων πρεκιών οικοδομής), ένα Ατζηδαναγνώστη (μαθητευόμενο ψάλτη) και τον θείο του Μαυροθοδωρή, αδελφό της μητέρας του Αντώνη Γιάνναρη.
Στις 2 Αυγούστου 1825, οι Χριστιανοί Κρήτες κυριεύουν με τέχνασμα, το Φρούριο της Γραμπούσας το ισχυρότερο φρούριο της Μεσογείου, με το ασφαλέστερο λιμάνι, μετά το Φρούριο της Μονεμβασιάς. Από τότε ο Μαυροθοδωρής, εγκαταστάθηκε μόνιμα στην ελεύθερη πλέον Νήσο Γραμβούσα, είχε δικό του σπίτι και μπάρκαρε στα Σφακιανά καράβια σαν πλήρωμα, μαζί με την ομάδα του, αλλά κυρίως σαν δεύτερος καπετάνιος με το καράβι (Σκαμπαβία), του καπετάν Μανούσου Πρωτοπαπαδάκη ή Μανουσάκη, το οποίο εκινείτο μεταξύ Γραμβούσας, Λουτρού, Αγίας Ρουμέλης, Χώρας Σφακίων, αλλά αλώνιζε το Λιβυκό και την Μεσόγειο, φθάνοντας στο Ναύπλιο και το Μεσολόγγι.
[[Τα Σφακιά είχαν περίπου 20 γολετόβρικα και σκαμπαβίες και ναύτες έμπειρους και γενναίους, που ταξίδευαν και εμπορεύονταν, προπαντός στα παράλια της Βορείου Αφρικής. Δεν είχαν όμως τόσους πολλούς ναυτικούς, όπως τα άλλα ναυτικά νησιά και διέθεταν τους αξιόμαχους άνδρες, μόνο όπου ήταν απόλυτη ανάγκη... Το Γολετόβρικο ήταν εμπορικό ή πολεμικό δικάταρτο, χωρητικότητας 60-70 κόρους. Η δε σκαμπαβία ήταν η μεγαλύτερη βάρκα σαν μεγάλη άκατος και χρησιμοποιήθηκε, σαν πολεμική λέμβος, ιδίως στην πολιορκία του Μεσολογγίου για μεταφορά εφοδίων. Το σύνήθες ήταν να έχει τέσσερα κουπιά από κάθε πλευρά, ένα κατάρτι και δύο μικρά κανόνια ένα μπρός και ένα πίσω, είχε δε πλήρωμα γύρω στα δέκα άτομα]].
Τον ίδιο χρόνο 1825, > ο Μαυροθοδωρής με τον επίσης ξάδελφό του Θοδωρή, σκοτώνουν σε ενέδρα, τον Γενίτσαρο του χωριού Κουρνά Αποκορώνου.
- Ο Ιστορικός Ψιλάκης αναφέρει, >.
Σε άλλη ενέδρα στο χωριό Στύλος Αποκορώνου, σκοτώνουν έναν αξιωματικό του Μουσταφά Πασά . Συνολικά το 1825, οι Τούρκοι που είχαν φονευθεί από τους Ξενοθοδωρήδες, που δρούσαν σαν καλησπέριδες είναι σαράντα τέσσερις. Περί το τέλος του 1825 ο Μουσταφά Πασάς, κρέμασε τον γέρο Γιώργη Γιάνναρη τον Μπροσνερίτη.
Στις 16-Οκτωβρίου-1825 ο Ανδρ. Κριαράς, κατόπιν έκκλησης του Μανόλη Τομπάζη, έστειλε ως αντιπρόσωπό του από την επιτροπή Γραμβούσας, τον καπετάν Μανούσο Πρωτοπαπαδάκη ή Μανουσάκη ζητώντας με αγωνία, την βοήθεια που είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση του Ναυπλίου στην Γραμβούσα. Στο καράβι του Μανουσάκη, την σκαμπαβία ήταν πλήρωμα ,δεύτερος μετά τον Μανουσάκη, ο Ξενοθοδωρής με την ομάδα του. Και έτσι βλέπουμε πως την περίοδο αυτή βρέθηκε ο Ξενοθοδωρής στο Ναύπλιο.
Από ιστορίες που έφτασαν σε μάς από στόμα σε στόμα, μαθαίνουμε ότι, ο Μαυροθοδωρής, βοηθώντας με την Σκαμπαβία του Μανουσάκη τον στόλο του Μιαούλη στον ανεφοδιασμό του Μεσολογγίου με τρόφιμα, στις 9 Ιανουαρίου του 1826, εγκλωβίστηκε μέσα στα τείχη του, όταν τα ελληνικά πλοία υποχρεώθηκαν από ισχυρότερο Τουρκικό στόλο, να κόψουν εσπευσμένα τις άγκυρες των πλοίων των και διασπάζωντας την εχθρική γραμμή, να πριν απομακρυνθούν ολοκληρωθεί ο αποκλεισμός τους από τον Τουρκικό στόλο. Ο Μαυροθοδωρής και οι σύντροφοί του παρέμειναν στο Μεσολόγγι και πολέμησαν μέχρι την έξοδο από το Μεσολόγγι, το βράδυ της 10-ης με 11-ης Απριλίου 1826, όπου και κατάφεραν να γλιτώσουν και να φτάσουν στο Ναύπλιο. Το 1826 η δύναμη του Ξενοθοδωρή ενώθηκε και στην ξηρά με του Ασκυφιώτη Μανουσάκη. Ο Ιστορικός Ψιλάκης αναφέρει ότι στον Αποκόρωνα > δραστηρίως βίον κλεφταρματολικόν δύο περιβόητοι ομάδες, η του Ασκυφιώτη Μανουσάκη που δρούσε > από παλιά και του > εκ Μπροσνέρου Θόδωρου Ξενάκη ή Μαυροθοδωρή.
Οι ομάδες του Μανουσάκη και του Μαυροθοδωρή αποτέλεσαν την αντιζουρίδα που αντιπάλευε την ζουρίδα των Ρεθεμνιωτών Αγάδων. Την αρχηγία της αντιζουρίδας είχε ο Μανουσάκης. Ο Ξενοθοδωρής και ο Μανουσάκης είχαν γίνει ο εφιάλτης των Τούρκων.
Μετά από συνεννόηση με τον Κεφαλιανό Σταμάτη, εξόντωσαν με τσεκούρια για να μην ακουστεί θόρυβος, όλη την φρουρά του Τούρκου Μουσταφά Πασά που έμενε στο σπίτι του Σταμάτη στον Κεφαλά Αποκορώνου. Σε αντίποινα ο Μουσταφάς έκαψε το σπίτι του Σταμάτη. Κάποια άλλη φορά ο Ξενοθοδωρής με τον Ιάκωβο Κουμή πρόταξαν μια νύκτα την ζουρίδα του Τσούκου και την αφάνισαν σκοτώνοντας και τον ίδιο τον Τσούκο. Στον Αζωγυρέ με τον Μανουσάκη σκότωσαν άλλους δύο επικίνδυνους Σελινιώτες Τούρκους της περιοχής. Από την αντιζουρίδα εξοντώθηκαν είκοσι πέντε σημαντικοί Τουρκοαιγύπτιοι από την Κίσαμο, ως το Ρέθυμνο. Οι δύο ενωμένοι καπετάνιοι είχαν ως λημέρια, την Γραμβούσα, και τα Λευκά Όρη και περιστοιχίζονταν και από άλλους ικανούς οπλαρχηγούς, (Κων/νος Πρινόλης, Δημ. Βορεινός, Γρ. Δαμινός, Ι. Τσακίρης, κ.α.) Γραμβουσιανούς ονομαζόμενους και μαζί τους έκαμαν ασταμάτητον κλεφτοπόλεμο.
[[Οι Καλησπέριδες, ήσαν μικρές ομάδες χριστιανών επαναστατών, κυρίως το 1825-1827, που επιτίθοντο νύχτα αιφνιδιαστικά στα Τουρκοκρητικά χωριά ή σε τούρκικα σπίτια, σκοτώνοντας και καταστρέφοντας περιουσίες ισχυρών Τούρκων, για να τους τιμωρήσουν επειδή καταπίεζαν άοπλους Κρητοχριστιανούς. Για αντιπερισπασμό οι Τουρκοκρητικοί, οργάνωσαν παρόμοια σώματα τα λεγόμενα Ζουρίδες, τα οποία επιτίθοντο νύχτα αιφνιδιαστικά σε Χριστιανικά χωριά και σπίτια σκοτώνοντας επιφανείς χριστιανούς… -]].
Το 1826 ο Μουσταφά Πασάς με βασανιστήρια που έκανε στους συλληφθέντες, εξ αιτίας του Μαστροσηφάκη όπως είδαμε παραπάνω, συγγενείς του Μανουσάκη και άλλων ανδρών της ομάδας του, προσπάθησε να αποσπάσει από το σώμα του Μανουσάκη τους Αποκορωνιώτες επαναστάτες. Ο Μανουσάκης έστειλε τον Κεφαλιανό Βορεινό να αναγγείλει στο Μουσταφά, πως θα σταματούσαν τις εχθροπραξίες εάν, αφενός σταματούσε τα βασανιστήρια που επέβαλε στους συγγενείς του, ελευθερώνοντάς τους και αφετέρου. τους επιτρεπόταν να έχουν τα όπλα τους. Ο Μουσταφάς δεν δέχθηκε τους όρους του Μανουσάκη, απεναντίας προδόθηκε το λημέρι του Μανουσάκη στην Κράπη και ο Μουσταφάς κατόρθωσε να πιάσει τον Ι. Τσακίρη και τρεις συντρόφους του Μανουσάκη, που ύστερα από βασανιστήρια τους κρέμασε.
Για τον θάνατο του Κεφαλιανού οπλαρχηγού Ι. Τσακίρη από τον Μουσταφά, θεώρησαν ως προδότη τον Παπαδογιάννη από τον Κεφαλά. Αυτό μαθεύτηκε από τον Μανουσάκη και τον Θόδωρο τον Μπροσνερίτη, τον πρόκαμαν μια μέρα μες το σπίτι του στον Κεφαλά (τον Παπαδογιάννη) κι’ αφού τού κόψανε τα’ αυτιά και την γλώσσα στο τέλος τον έκαμαν κομμάτια για παραδειγματισμό. Όπως το αναφέρει ο ιστορικός Μουρέλος ).
Στις 18 Μαΐου 1828, ο Μουσταφά Πασάς με τακτικό στρατό και ιππικό 400 καβαλάρηδες και 5000 πεζούς Τούρκους, προχώρησε προς το Φραγκοκάστελο και συγκρούστηκε, με τους Χριστιανούς όπου και έγινε φοβερή μάχη. Στη μάχη αυτή που έγινε σωστό μακελειό, δεν έλαβαν μέρος οι Σφακιανοί οπλαρχηγοί διαφωνώντας με την κατά μέτωπο αντιμετώπιση του τακτικού Τουρκικού στρατού. Σ’ αυτή τη μάχη σκοτώθηκαν οι Χριστιανοί οπλαρχηγοί Αργυροκαστρίτης, Μαχαίρας, Μπαλάσκας και ο αρχηγός των Χριστιανών Χατζημιχάλης Νταλιάνης. Ύστερα από αυτές τις μεγάλες απώλειες, οι Χριστιανοί αναγκάστηκαν να κλειστούν στο φρούριο του Φραγκοκάστελου.
Στις 24 Μαϊου 1828 Τούρκοι και Χριστιανοί, αποφασίζουν με συνθηκολόγηση, οι Χριστιανοί να εγκαταλείψουν το Φραγκοκάστελο, ενώ σε κοινό τάφο θάφτηκαν χίλιοι νεκροί (ο Μουσταφά Πασάς είχε πληροφορηθεί την κάθοδο ισχυρών Σφακιανών σωμάτων). Κατά την αποχώρηση του Μουσταφά Πασά από το Φραγκοκάστελο και μέχρι να φτάσει στην Καλή Συκιά Ρεθύμνου, περνώντας από τις τοποθεσίες, Σκαλωτή και Χάλαρα, δέχεται επιθέσεις Σφακιανών, που πρόλαβαν τον Μουσταφά πριν προλάβει να οπισθοχωρήσει. Οι Σφακιανοί χτυπούσαν συνεχώς σε όλη την διαδρομή επιστροφής τον στρατό του Μουσταφά, προκαλώντας του σοβαρές απώλειες…Στις μάχες αυτές με τα σώματα των Σφακιανών, έλαβε μέρος ο Μαυροθοδωρής και όταν ο Μουσταφά Πασάς, στις 26 Μαΐου 1828 περνούσε από τα περιβόητα στενά των Χαλάρων του Αγ. Αντωνίου της επαρχίας Αγ. Βασιλείου Ρεθύμνης, ο Μαυροθοδωρής αν και τραυματισμένος, συνέλαβε ζωντανό τον γενίτσαρο Ομέρ του χωριού Τζιτζιφέ, που ακολουθούσε τον Μουσταφά Πασά και τον έσφαξε, παίρνοντας εκδίκηση για το θάνατο από αυτόν του θείου του Αντώνη Γιάνναρη.
Στις αρχές Φεβρουαρίου 1829 επί της αρμοστείας του Χαίν, πρώην φρουράρχου Γραμβούσας, ισχυρό σώμα με τους έμπειρους μαχητές Μανουσέλη, Δεληγιαννάκη, Μανουσάκη και Τσουδερό, επετέθη εναντίων των Τούρκων του χωριού Γάλλου Ρεθύμνης, τους οποίους Τούρκους ήθελαν να περιορίσουν όσον το δυνατόν γύρω από τα όρια της πόλης. Οι εχθροί προέβαλαν πεισματική αντίσταση και αρκετοί από τους Χριστιανούς εφονεύθησαν και άλλοι επληγώθησαν μέχρι να τους απωθήσουν. Μεταξύ των πληγωμένων και ο Μανουσάκης που έσπασε το πόδι του και από τότε εγκατέλειψε τον αγώνα και αργότερα κατέληξε στο νοσοκομείο του Ναυπλίου όπου και πέθανε 45 ετών σε μεγάλη πτώχεια…
[[ Ο Μανούσος Μαυροπάτερος ή Πρωτοπαπαδάκης ή Μανούσος Εμμ. Αναγνωστάκης εγγονός του Μανούσου Μώρου που ο πατέρας του είχε τον εκκλησιαστικό βαθμό του αναγνώστη και από εκεί πήρε το επίθετο Αναγνωστάκης ή Μανούσος Πρωτοπαπαδάκης άνδρας μικρόσωμος και ισχυρός όπως ήταν λεγόταν χαρακτηριστικά Μανουσάκης ]].
Μετά τον τραυματισμό του Μανουσάκη την αρχηγία της ομάδας, σε ξηρά και Θάλασσα, ανέλαβε ο Μαυροθοδωρής, αλλά για μικρό χρονικό διάστημα. Στις 27 Μαρτίου 1829 άρχισε η μάχη, μεταξύ των Τούρκων και των Χριστιανών για την κατάληψη της κάτω Μαλάξας, όπου στις μάχες που ακολούθησαν ο Μαυροθοδωρής πληγώθηκε δύο φορές.
Στις 25 Ιουνίου 1829 ο Μαυροθοδωρής με αρχηγό των Χριστιανών τον Χαίν, έλαβε μέρος στην μάχη των Αρμενοκάμπων Ρεθύμνου, εναντίων 5000 Ρεθεμνιωτών Τούρκων. Η μάχη αυτή άρχισε με την ανατολή του ηλίου και κράτησε ως τις τέσσερις το απόγευμα, ώσπου οι Χριστιανοί κατεδίωξαν τους Τούρκους μέχρι το Φρούριο του Ρεθύμνου. Στη μάχη αυτή ο Μαυροθοδωρής πληγώθηκε δύο φορές .
Η Σκαμπαβία του Μανουσάκη, που συνήθως ακολουθούσε τον στολίσκο του Εμμ. Τομπάζη και ήταν στα χέρια του Ξενοθοδωρή, μετά τον τραυματισμό του Μανουσάκη, χάθηκε όταν η Γραμβούσα πέρασε στα χέρια των συμμαχικών Δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, τους τελευταίους μήνες του 1830 και τα ελληνικά πλοιάρια που βρισκόντουσαν στο λιμάνι της Γραμβούσας, με την κατηγορία της πειρατείας, ένοχα και μη, επυρπολούντο από τα ευρωπαϊκά πολεμικά. Μεταξύ των δέκα επτά καταζητούμενων Γραμβουσιανών πειρατών από τους Άγγλους ήσαν ο Ιάκ. Κουμής και ο Γρ. Δαμινός συμπολεμιστές και συνεργάτες σε πολλές επιχειρήσεις του Μαυροθοδωρή.
Αργότερα πολλά σπίτια των Γραμβουσιανών  ισοπεδώθηκαν από τους Αλβανοαιγύπτιους, μεταξύ δε αυτών και του Μαυροθοδωρή όπου όλα τα υπάρχοντά του, ακόμη και λάφυρα πειρατείας από το κούρσεμα εμπορικών τούρκικων καραβιών, που είχε θάψει στο χώμα μέσα στο σπίτι του χάθηκαν.
Μετά την καταστροφή της Γραμβούσας το 1830 και την ένωση της Κρήτης με την Αίγυπτο υπό την διοίκηση του Μεχμέτ Αλή, ο Μαυροθοδωρής εκπατρίστηκε οικειοθελώς (δι’ ευνόητους λόγους) και εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο.
Στην Κρήτη επέστρεψε το 1833, ενώ το 1841 η Κρήτη επέστρεψε πάλι στην Τουρκική κυριαρχία. Κατά το έτος της επιστροφής του, ο Μουσταφά Πασάς συνέλαβε τον γέροντα Ανδρουλιό Μωράκη, οπλαρχηγό του Δασκαλογιάννη – παππού του Μανουσάκη και τον κρέμασε.
Στις 14 Μαΐου 1841 έγινε η μάχη στο Πρόβαρμα του Αποκορώνου 250 άνδρες κράτησαν για τρεις ώρες 14.000 τακτικό στρατό του Μουσταφά Πασά με κόστος 20 άνδρες.
Στις 17 Μαΐου 1841 ο Μουσταφά Πασάς προχώρησε στα χωριά του Αποκόρωνα, Μαχαιρού, Πεμόνια, Φρέ και έφτασε στο χωριό Βαφέ στις 3 Ιουνίου 1841, όπου έγινε πεισματώδης μάχη διάρκειας 11 ωρών με αποτέλεσμα 150 φονευθέντες Τούρκους. Στις μάχες αυτές έλαβε μέρος ο Μαυροθοδωρής και οι Χριστιανοί καθήλωσαν τον εχθρό, που μέσα στους νεκρούς του στην θέση Μπάμια λάκκος του Τσιβαρά και στο Δαφνομούρι του Μπροσνέρου, μεταξύ των άλλων εφονεύθησαν ένας γυναικαδελφός του Μεχμέτ Πασά Ρεθύμνου και ο περιβόητος Ρεθεμνιώτης ήρωας των Τούρκων, ο Αλή. Αυτόν τον γιγαντόσωμο Αλή τον σκότωσε ο ίδιος ο Μαυροθοδωρής.
Από τους συμπολεμιστές του Μαυροθοδωρή, Ο Ιάκωβος Κουμής (ταγματάρχης της ελληνικής Β. Φάλαγγας), δολοφονήθηκε το 1860 από ένα Μανιάτη, ενώ κοιμόταν σε ένα αλώνι, στους Μολάους Μονεμβασίας. Ο Γρηγόριος Δαμινός, πέθανε σε μεγάλη πτώχεια και δυστυχία τον Φεβρουάριο του 1856 στο Δημοτικό Νοσοκομείο Αθηνών. Ο Μανουσάκης (εγγονός του Ανδρουλιού Μωράκη οπλαρχηγού του Δασκαλογιάννη), πέθανε σε ηλικία 45 ετών σε μεγάλη πτώχεια στο Νοσοκομείο του Ναυπλίου. Ο Αναγνώστης Μανουσογιαννάκης ιερέας της Φιλικής Εταιρείας εγγονός του Μανούσου Παττακού (Μανούσακα-οπλαρχηγού του Δασκαλογιάννη) πέθανε στην Ίμβρο σχεδόν άπορος το 1881. Ο Πρωτόπαπας Σφακίων Γεώργιος (της οικογένειας των Μαυροπάτερων ή Μώρων )πέθανε πτωχότατος σε μεγάλη ηλικία στην Μινώα της Ναυπλίας το 1847. Ο Μάρκος Ντουκάκης στο βιβλίο του για τους αγωνιστές του Εμπροσνέρου γράφει: Oι Μπροσνερίτες πρέπει να είναι περήφανοι που το χωριό τους γέννησε έναν από τους σημαντικότερους ήρωες και Μεγάλους Αγωνιστές, της πιο μαύρης περιόδου της Τουρκοκρατίας, τον Θεόδωρο Ξενάκη ή Μαυροθοδωρή τον Μπροσνερίτη, όπως τον ήξεραν οι απανταχού της Κρήτης Αγωνιστές, αλλά και οι Τούρκοι. Σε μεγάλη ηλικία ο αγνός αυτός πατριώτης εδυσκολεύετο οικονομικά και στις 5 Ιουνίου 1865 υπέβαλλε τα δικαιολογητικά του, να του απονείμει το Κράτος >. Δεν είναι όμως γνωστό αν του απονεμήθηκε.
ΠΗΓΗ
Δημοσιεύθηκε: σε  forum (e)ικονική Ελληνική Πολεμική Αεροπορία Παρ 20 Μάρ, 2009 συντάκτης kypselos
Αναδημοσίευση έπειτα από πολύ μικρές επεμβάσεις και τον απαραίτητο  ορθογραφικό έλεγχο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μην πυροβολείτε ασκόπως